Ήπιε μια γουλιά καφέ και αρχισε
-Ωραία ημέρα πρέπει να ταν ,βέβαια δεν θυμάμαι και πολλά..Ήταν όμορφο το ξημέρωμα θυμάμαι,πολύχρωμο και σχετικά ήσυχο.Να χτυπάς μανιωδώς το κεφάλι σου στο πάτωμα και ο μόνος ήχος που ακούγεται να είναι το φίλτρο του ενυδρείου.Τόση αδυναμία.Να σηκώνεσαι,να γελάς αθόρυβα και από πίσω σου ένα σωρό σπασμένα μπουκάλια και χαμένα κορμιά.Να τα οικτιρεις για ένα λεπτό και μετά να τα χλευάζεις.Να περπατάς στις μύτες να αλλάξεις δωμάτιο γιατι δεν τους αντέχεις άλλο.
"Να ξεκουμπιστούν από δω ,να πάνε να πνίγουν, δεν με ενδιαφέρουν.Οι άνθρωποι είναι αιμοβόροι,μοχθηροί,παρτάκιδες,δεν θα συνηγορήσω σε αυτό,εγώ είμαι από ευγενική γενιά.Λάθος παρέες,κακός καιρός,πολύ λάθος"να ψιθυρίζεις παρ'όλα αυτά για να μην τους ξυπνήσεις.Να κομπιάζεις μια στιγμή και να επανέρχεσαι.Πολύ δράμα,λες,πολύς χαμός για το τίποτα,αυτό είναι που σε εκνευρίζει μια στάλα περισσότερο.Φτάνεις στην κουζίνα και βάζεις λίγο κρασί σε ένα πλαστικό ποτήρι.Το σηκώνεις και σου φεύγει από τα χεριά.Ακόμα τρέμουν λίγο.
Τα παρατάς όλα όπως είναι αρπάς το φόρεμα σου από το πάτωμα και παλεύεις να το βάλεις.Τα καταφέρνεις και σέρνεις τα πόδια σου ως την πόρτα.
"ΒΑΡΕΘΗΚΑ ΚΑΙ ΣΑΣ ΚΑΙ ΤΗ ΔΗΘΕΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΣΑΣ,ΠΝIΓΟΜΑΙ" φωνάζεις
"Πάω έξω να αναπνεύσω πραγματικό οξυγόνο".
Κάπου στους μπερδεμένους δρόμους της πόλης πρέπει να χάθηκα,πρώτη φορά έρχομαι εδώ,δεν ξέρω.λιποθύμησα φαντάζομαι και μετά με βρήκατε εσείς.
Δεν ήταν κάτι,αλήθεια,απλά είμαι λίγο παραπάνω ζαλισμένη.Μόνο λίγο περισσότερο από τους συνηθισμένους χαμένους ανθρώπους
-Και το όνομά σου;
-Ιουλιέτα.
περιμένω τη συνέχεια
ΑπάντησηΔιαγραφή