Παρασκευή

μα όταν έσπασαν οι αλυσίδες,παρέμεινε δίπλα της


κάποτε ήσουν λίγο πιο δυνατός τη νύχτα
και γω τώρα τη νύχτα νιώθω παντοδύναμη
και θυμάσαι καθόλου που ερχόσουν και με έσπρωχνες ελαφριά για να χαράξω πορεία και γω προέβαλα σθεναρά αντίσταση γιατί φοβόμουν το σκοτάδι και συ με καλόπιανες προσφέροντας μου λουλούδια και τώρα τα λουλούδια σου δεν έχουν αξία γιατί με το που τα πιανω στα χέρια μου μαραίνονται και έχω βαρεθεί να λατρεύω αυτά που μισείς και να μην σε νοιάζει και κάθε βράδυ να κουβαλάω το όνομα του μεγαλύτερου σου εφιάλτη και να μπλέκομαι στην ονειροπαγίδα που σου χα πάρει δώρο και όταν συλλαβίζεις το όνομα μου να μασάς φωνήεντα στενοχώριας και να τα φτύνεις μετά  μαζί με αίμα στα πλακάκια σαν ξυράφια μικρά και να ψελλίζεις πως θες να μην μ'αγαπάς αλλά δε μπορείς
και αν ποτέ ρωτήσεις ,λυπάμαι γιατί ήσουν ο τελευταίος άνθρωπος που θα ήθελα να νικήσω τέτοιες νύχτες,μα πια δεν ελέγχω τη δύναμη μου και με συγχωρείς που σε έμαθα τόσο καλά